Τεράστιο οικονομικό και πολιτικό ζήτημα εγείρει η παρέμβαση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων προς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για την επαναφορά των δώρων στον Δημόσιο τομέα.
Το θέμα αυτό, σε συνδυασμό με την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας βρίσκονται στην προμετωπίδα των διεκδικήσεων των συνδικάτων.
Όπως εκτιμάται, η μη καταβολή των δώρων στον δημόσιο τομέα οδηγεί σε απώλειες ύψους 1,2 δισ. ετησίως για τους εργαζόμενους.
Παράλληλα, η ΑΔΕΔΥ έχει προσφύγει δικαστικώς διεκδικώντας τον συνυπολογισμό της «παγωμένης» μισθολογικής διετίας 2016-17, η οποία κοστίζει 250 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο στους δημοσίους υπαλλήλους, καθώς επηρεάζει την εξέλιξη των αποδοχών τους.
Την ίδια ώρα, υπολογίζεται ότι οι συνταξιούχοι έχουν απώλειες της τάξεως των 2,5 δισ. ευρώ ετησίως από την κατάργηση των Δώρων, ενώ το προσεχές χρονικό διάστημα αναμένεται η απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, τόσο για την κατάργηση των Δώρων από το 2012, όσο και για την περικοπή των επικουρικών.
Υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε 370.000 οι δικαιούχοι που έχουν υποβάλλει αγωγές κατά του Δημοσίου, ενώ ενδεχόμενη θετική απόφαση δεν αποκλείεται να προκαλέσει αίτημα για ικανοποίηση του συνόλου των συνταξιούχων.
Τα ζητήματα αυτά, σε συνδυασμό με την αποκατάσταση του πλέγματος της συλλογικής διαπραγμάτευσης, έχουν κινητοποιήσει τα συνδικάτα του ιδιωτικού και του Δημοσίου τομέα αλλά και τις συνταξιουχικές οργανώσεις, που έχουν προαναγγείλει Πανελλαδική Απεργία εντός του Νοεμβρίου.
Ενδεικτικό του προβλήματος των συμβάσεων εργασίας και των επιπτώσεών στο εισόδημα των εργαζομένων, είναι το γεγονός ότι -σύμφωνα με στοιχεία της Επιθεώρησης Εργασίας – ακόμα και ως προς τον κατώτατο μισθό- ένας στους τέσσερις εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δεν λαμβάνει -κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας- μισθολογική αύξηση και αναπροσαρμοσμένες τριετίες.
Δημήτρης Κωστάκος