Σκληρή επίθεση στην κυβέρνηση αλλά και στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη εξαπολύει με άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα» ο Αντώνης Σαμαράς.
Ο πρώην πρωθυπουργός με αφορμή τις διεθνείς εξελίξεις και το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό σκηνικό αναφέρθηκε στην εξωτερική πολιτική της χώρας, σημειώνοντας ότι «η Ελλάδα βρίσκεται στο περιθώριο και είναι παντελώς απούσα».
«Ποια είναι η θέση της πατρίδας μας μέσα σε αυτή τη γεωπολιτική «τέλεια καταιγίδα»; Ποιο είναι το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής σήμερα; Τι ζητάει η Ελλάδα σε έναν κόσμο που αλλάζει;» αναρωτιέται ο Αντώνης Σαμαράς στο άρθρο του, το οποίο αναδημοσίευσε στο Facebook.
Χωρίς προάσπιση τα εθνικά συμφέροντα
Στο άρθρο του, ο Αντώνης Σαμαράς σκιαγραφεί ένα ιδιαίτερα απαισιόδοξο τοπίο για τη θέση της Ελλάδας στον διεθνή γεωπολιτικό χάρτη, κατηγορώντας ευθέως την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για αδράνεια, υποχωρητικότητα και απουσία εθνικής στρατηγικής. Από την αρχή κιόλας του κειμένου του, υποστηρίζει ότι η χώρα είναι «στο περιθώριο» και «παντελώς απούσα» από τις διεθνείς εξελίξεις, παρά το γεγονός ότι διαμορφώνεται ένα νέο παγκόσμιο σύστημα γεμάτο απειλές αλλά και ευκαιρίες. Εντός αυτού του ρευστού πλαισίου, κατηγορεί την ελληνική ηγεσία ότι έχει εγκαταλείψει την ενεργή εξωτερική πολιτική, αφήνοντας τα εθνικά θέματα χωρίς προάσπιση.
Κριτική στην επίσκεψη στη Γερμανία
Ο Σαμαράς εστιάζει σε συγκεκριμένα επεισόδια, με πιο αιχμηρή την κριτική για την επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Γερμανία. Εκεί, καταλογίζει στον Μητσοτάκη στάση συγκαταβατική απέναντι σε δηλώσεις του καγκελάριου Μερτς υπέρ της αμυντικής συνεργασίας με την Τουρκία, τη στιγμή που η Άγκυρα κατέχει ευρωπαϊκό έδαφος (Κύπρος) και απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα.
Παρόμοια κατηγορηματικός είναι και για την επίσκεψη στην Ιταλία, όπου – όπως ισχυρίζεται – αντί να τεθούν ενστάσεις για τη συνεργασία Ρώμης-Άγκυρας και την εμπλοκή της Hellenic Train στο δυστύχημα των Τεμπών, η ελληνική πλευρά προχώρησε σε νέες εμπορικές συμφωνίες. Στις περιπτώσεις αυτές, ο Σαμαράς επαναλαμβάνει ειρωνικά το «ό,τι πείτε», υπονοώντας ότι η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας έχει μετατραπεί σε παθητική αποδοχή ξένων επιδιώξεων.
Εκτεταμένη είναι και η αναφορά στη στάση της κυβέρνησης απέναντι στη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία. Στη μεν πρώτη περίπτωση, την κατηγορεί ότι σιωπά ενώ τα Σκόπια επαναφέρουν αλυτρωτικές αξιώσεις, στη δε δεύτερη, ότι επιβραβεύει τη στάση του Έντι Ράμα, ο οποίος – όπως σημειώνει – διώκει την ελληνική μειονότητα και προπαγανδίζει τις θέσεις του για τους Τσάμηδες εντός Ελλάδας.
«Δεν θέλουμε να ενοχλήσουμε την Τουρκία»
Στο θέμα των ενεργειακών συμμαχιών, καταγγέλλει ότι η Ελλάδα είναι απούσα από τη συμφωνία Κύπρου – Ισραήλ, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι αποσύρεται από στρατηγικές πρωτοβουλίες για να μην ενοχλήσει την Τουρκία. Ιδιαίτερη έμφαση δίνει επίσης στην επίσκεψη Ερντογάν στα Κατεχόμενα και στη μη αντίδραση της ελληνικής πλευράς, σημειώνοντας ειρωνικά πως δεν θεωρεί σοβαρή απάντηση ένα ανυπόγραφο σχόλιο «διπλωματικών κύκλων».
Ο Σαμαράς κατηγορεί την κυβέρνηση για «εθνική απουσία» και «διεθνή απαξίωση», κάνοντας λόγο για απόντες από το Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο, τη Συρία, και το Κυπριακό. Τονίζει ότι η Ελλάδα δεν συνομιλεί ούτε με τη Ρωσία ούτε με τη νέα ηγεσία των ΗΠΑ, και ότι δεν προσκαλείται πλέον σε κρίσιμες διεθνείς συζητήσεις που αφορούν την ίδια.
Αιχμές κατά Γεραπετρίτη
Η επίθεση κορυφώνεται με αιχμές κατά της ηγεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών: ο υπουργός χαρακτηρίζεται ως εκείνος που «υμνεί την Τουρκία» και «τον εξυμνούν οι Τούρκοι», ενώ ο υφυπουργός εγκαλείται επειδή μίλησε «σε επίσημη εκδήλωση στα… τούρκικα». Ο Σαμαράς διερωτάται αν αυτή είναι η νέα εξωτερική πολιτική της χώρας – μια πολιτική «κατευνασμού» και «ήρεμων νερών» – και με έντονα ρητορικά ερωτήματα θέτει θέμα δημοκρατικής νομιμοποίησης της στρατηγικής αυτής: «Ποιος την καθόρισε; Η Βουλή; Ο ελληνικός λαός; Βεβαίως και όχι!»
Τέλος, σε μια ξεκάθαρη πολιτική διαφοροποίηση, αποδοκιμάζει την ταύτιση της κυβέρνησης με τη Νέα Δημοκρατία, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Αυτή δεν είναι πια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Είναι κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη.»
Με αυτή τη φράση, ο Σαμαράς δεν περιορίζεται μόνο σε κριτική πολιτικής – αμφισβητεί ευθέως την πολιτική ταυτότητα και νομιμοποίηση της ηγεσίας, διαχωρίζοντας τη στάση του από την κυβερνητική γραμμή.