Τουλάχιστον ασυνήθιστο, αν όχι πρωτοφανές, είναι αυτό που συμβαίνει με τον Στέφανο Κασσελάκη στην ελληνική πολιτική σκηνή: ένας πολιτικός που κατάφερε να εκλεγεί πρόεδρος δύο κομμάτων χωρίς να έχει εκλεγεί ποτέ βουλευτής. Ένα φαινόμενο που προκαλεί προβληματισμό , αμφισβήτηση, και —αναμφίβολα— ένα μεγάλο δημόσιο διάλογο για την ουσία της πολιτικής ηγεσίας στη σύγχρονη Ελλάδα.
Η πολιτική πορεία του Στέφανου Κασσελάκη ξεκίνησε με τρόπο που ελάχιστοι προέβλεπαν. Έχοντας ζήσει για χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες, με επαγγελματική πορεία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ήταν ένας άγνωστος στο ευρύ ελληνικό κοινό. Παρ’ όλα αυτά, επιλέχθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα να συμμετάσχει στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2023 — αν και σε μη εκλόγιμη θέση.
Αυτό δεν τον εμπόδισε να ξεκινήσει, λίγους μήνες μετά, μια δυναμική καμπάνια για την ηγεσία του κόμματος. Μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα, και με ένα στιλ τελείως διαφορετικό από τα συνηθισμένα, κατάφερε να ανατρέψει τα δεδομένα. Με έμφαση στην εικόνα και στην προσωπική του ζωή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στη ρητορική περί «νέας πολιτικής», συγκέντρωσε γύρω του ένα μεγάλο κύμα υποστήριξης.
Ο Κασσελάκης εξελέγη πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τον Σεπτέμβριο του 2023, επικρατώντας στον δεύτερο γύρο της Έφης Αχτσιόγλου. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του κόμματος που εκλέχθηκε επικεφαλής κάποιος που δεν ήταν βουλευτής, ούτε καν είχε συμμετάσχει ποτέ σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις με σταυρό.
Η εκλογή του σηματοδότησε μια προσπάθεια ριζικής αλλαγής στο κόμμα. Ήταν ένας άνθρωπος έξω από τον κομματικό μηχανισμό, με διαφορετική αισθητική, λόγο και στρατηγική. Αυτό, όμως, ήταν και το πρόβλημα. Οι συγκρούσεις δεν άργησαν να φανούν. Στην πορεία προς τις ευρωεκλογές του 2024, ο ΣΥΡΙΖΑ γνώρισε σημαντικές απώλειες, με αποχωρήσεις βουλευτών και στελεχών και με ένα ποσοστό που έπεσε σημαντικά σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του 2023.
Η εσωκομματική πίεση μεγάλωσε, οι φωνές αμφισβήτησης αυξήθηκαν και τελικά οδήγησαν στην αποχώρηση του Κασσελάκη. Ήταν η λογική κατάληξη μιας σχέσης που ξεκίνησε με ενθουσιασμό αλλά εξελίχθηκε σε ρήξη.
Στις αρχές του 2025, ίδρυσε νέο κόμμα με το όνομα «Κίνημα Δημοκρατίας». Το νέο πολιτικό σχήμα φιλοδοξεί να εκφράσει «μια άλλη Ελλάδα», όπως δηλώνει ο ίδιος, επιχειρώντας να αποτυπώσει πολιτικά το προσωπικό του στίγμα: φιλελεύθερος κοινωνικά, μεταρρυθμιστής οικονομικά, σύγχρονος στην επικοινωνία, αλλά με μια πολύ έντονη προσωποκεντρική διάσταση.
Το «Κίνημα Δημοκρατίας» έκανε ιδρυτικό συνέδριο τον Μάιο του 2025, και ο Στέφανος Κασσελάκης εξελέγη πρόεδρος με ποσοστό σχεδόν 97%. Για δεύτερη φορά σε λιγότερο από δύο χρόνια, αναδείχθηκε αρχηγός κόμματος χωρίς να είναι βουλευτής — μια ιδιαιτερότητα που όλο και περισσότεροι παρατηρούν.
Η ιδιότητα του προέδρου κόμματος χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση δεν είναι θεσμικά απαγορευτική, αλλά είναι πολιτικά ασυνήθιστη στην Ελλάδα. Η παραδοσιακή πορεία ενός ηγέτη κόμματος περνά σχεδόν πάντα από την κάλπη, τη λαϊκή εντολή και τη βουλευτική έδρα. Ο Κασσελάκης ακολουθεί μια αντίστροφη πορεία: πρώτα γίνεται πρόεδρος, μετά επιχειρεί να διαμορφώσει πολιτικό χώρο και –ενδεχομένως– στο μέλλον να εκλεγεί.
Η απουσία του από τη Βουλή του στερεί σημαντικά εργαλεία. Δεν μπορεί να μιλήσει επισήμως στην Ολομέλεια, να συμμετάσχει σε κοινοβουλευτικές επιτροπές, ούτε να έχει παρουσία στον θεσμικό διάλογο. Αυτό τον φέρνει σε μειονεκτική θέση απέναντι σε πολιτικούς αρχηγούς που έχουν άμεση κοινοβουλευτική παρουσία. Ωστόσο, το αντισταθμίζει με ισχυρή παρουσία στα ΜΜΕ και στα κοινωνικά δίκτυα.
Το φαινόμενο Κασσελάκη εγείρει σημαντικά ερωτήματα για τη φύση της σύγχρονης πολιτικής ηγεσίας. Μπορεί ένας πολιτικός χωρίς κοινοβουλευτική εμπειρία να ηγηθεί αποτελεσματικά; Πόσο σημαντικό είναι το πολιτικό υπόβαθρο και η ιδεολογική συνέπεια σε μια εποχή όπου η εικόνα, η επικοινωνία και η ταχύτητα μετρούν περισσότερο από το περιεχόμενο;
Ο ίδιος παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος μιας νέας γενιάς πολιτικής, που δεν έχει βαρίδια του παρελθόντος, που μιλά απλά και άμεσα, και που προτάσσει την προσωπική αλήθεια έναντι των κομματικών δογμάτων.
Παρά την εντυπωσιακή εκκίνηση, ο Στέφανος Κασσελάκης έχει μπροστά του σοβαρές προκλήσεις. Πρώτον, πρέπει να αποδείξει ότι το νέο του κόμμα έχει δομή, πρόγραμμα και βιωσιμότητα πέρα από την προσωπική του παρουσία. Δεύτερον, πρέπει να δώσει απαντήσεις για τη σχέση του με τις αξίες της Αριστεράς, της Κεντροαριστεράς ή και του φιλελεύθερου Κέντρου, καθώς δεν είναι ξεκάθαρο ακόμα ποια κοινωνικά στρώματα εκπροσωπεί.
Τρίτον και πιο σημαντικό: πρέπει να δώσει τη μάχη της κάλπης. Μέχρι τώρα, δεν έχει δοκιμαστεί στην εκλογική βάση με σταυρό. Η πρώτη του προσωπική αναμέτρηση —είτε στις εθνικές εκλογές είτε σε άλλη δημοκρατική διαδικασία— θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του.
Το «φαινόμενο» Κασσελάκης δεν είναι μόνο πολιτικό αλλά και κοινωνικό. Είναι η έκφραση μιας εποχής όπου η πολιτική αναζητά νέα πρόσωπα, νέους τρόπους επικοινωνίας, λιγότερη ιδεολογία και περισσότερη αυθεντικότητα. Ωστόσο, η ουσία της πολιτικής —η διαχείριση της εξουσίας, η νομοθετική εργασία, η κοινωνική συνοχή— απαιτεί βάθος, εμπειρία και συνέπεια κάτι που ο Κασσελακης δεν το δείχνει μέχρι σήμερα.
Ο Απόστολος Γλέτσος φεύγοντας από τον ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε με οξύ τρόπο και στην εκλογή του Κασσελάκη στην προεδρία, λέγοντας πως «τον έφεραν γιατί νόμιζαν ότι θα κάνουν αυτοί κουμάντο, αλλά τους βγήκε… δύστροπο άλογο».
Σε κάθε περίπτωση οι επόμενες εκλογές όταν γίνουν, θα είναι η κρίσιμη στιγμή γιαυτον .