Οι ιστορικές εξελίξεις άλλοτε ευνοούν και άλλοτε δυσκολεύουν τον άνθρωπο. Είτε ατομικά, είτε ως πολίτη στο συλλογικό επίπεδο. Οι ρήξεις, οι τομές, οι επαναστάσεις ακόμα δημιουργούν «νέες εποχές» τις οποίες αναμένει το κοινωνικό σύνολο ώστε να ευεργετηθεί από αυτές. Πολλές φορές όμως, οι νέες εποχές θέτουν σε αμφισβήτηση παγιωμένες καταστάσεις και «ξεβολεύουν» μεμονωμένες περιπτώσεις ανθρώπων και κατηγορίες που ευεργετούνται από τις καταστάσεις που εγκαθίδρυσαν και ελέγχουν.
Κατανοούμε πλήρως την αδυναμία της συντηρητικής παράταξης να συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα της διακυβέρνησης της χώρας από ένα κόμμα της Αριστεράς. Με έλλειμμα δημοκρατικής διαπαιδαγώγησης, πολλοί από τους ηγέτες της συμπεριφέρθηκαν αυτά τα χρόνια της διακυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ σαν να είχαν ξυπνήσει από ένα κακό όνειρο και το «πρωθυπουργός Τσίπρας» ήταν ένας εφιάλτης που δεν μπορούσε να συμβαίνει στην πραγματική ζωή. Όταν όμως διαπίστωναν ότι ο εφιάλτης τους είναι η πραγματικότητα την οποία είχε εγκρίνει με την ψήφο του ο ελληνικός λαός, ως “νόμιμοι ιδιοκτήτες” της χώρας άρχισαν να μηχανεύονται τρόπους και ακόμα να προετοιμάζουν νόμους που θα αποτρέπουν τη διακυβέρνηση της χώρας από την Αριστερά, γιατί η δική τους δημοκρατία αρχίζει από τα ναζιστικά μορφώματα και τελειώνει στους υποταγμένους στον καταστροφικό νεοφιλελευθερισμό, κατ’ όνομα πια σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες.
Ήταν τόσο σίγουροι ότι η ίδια η φύση, τα καιρικά φαινόμενα και η «Δεξιά του Κυρίου» δεν θα επιτρέψουν την επέλαση των «Κατσαπλιάδων». Κάθε τρεις βδομάδες προανήγγειλαν την πτώση της κυβέρνησης. Όμως η κυβέρνηση δεν έπεφτε. Με τρόμο και δυσθυμία έβλεπαν τις προβλέψεις τους συνεχώς να εξευτελίζονται. Στις αξιολογήσεις, στον «κόφτη», στις παροχές προς τους αδύναμους συμπολίτες μας. Έως ότου ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα και βγήκαμε από τα Μνημόνια. Και οι παροχές αυξάνονται και, ναι, η κυβέρνηση δίνει από αυτά που περισσεύουν. Από πού περισσεύουν; Από αυτά που δεν κλέβουν οι άνθρωποί της. Κι ακόμα διερευνώνται σκάνδαλα, μικρά και μεγάλα.
Η αδυναμία αποδοχής της πραγματικότητας ξεκινά από δύο αφετηρίες. Η πρώτη είναι το τοπίο που διαμόρφωσε η ίδια η Ιστορία. Πώς είναι δυνατόν οι χαμένοι του ξενοκίνητου εμφύλιου πολέμου, αυτοί που σύρθηκαν σε εξορίες, ξερονήσια και αποσπάσματα να κάθονται στον πρωθυπουργικό θώκο και στα υπουργικά έδρανα; Πώς είναι δυνατόν να κυβερνούν;! Η άλλη αφετηρία έχει να κάνει με τον τρόπο διακυβέρνησης. Πώς είναι δυνατόν να χαλούν τη σούπα του πελατειακού κράτους, τις ανάρμοστες συμπεριφορές με συμφέροντα και τις εκλεκτικές συγγένειες με κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, τα γλέντια με εξοπλιστικά προγράμματα, τις προμήθειες του Δημοσίου, τα δημόσια έργα και ένα σωρό άλλα που καλά είχαν βολέψει όλους αυτούς τους επαγγελματίες πατριώτες; Όλους αυτούς που έλεγχαν μέσω της διακυβέρνησής τους δεκαετίες τώρα το δημόσιο χρήμα σε ένα πάρτι που τελείωσε στις 25 Ιανουαρίου του 2015.
Η αντιπολίτευση, με επικεφαλής το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, είναι εγκλωβισμένη σε καταστάσεις που έχει δημιουργήσει η Ιστορία κατά το παρελθόν. Κλειδώθηκαν σε ένα περιβάλλον που έχει πια ξεπεραστεί. Αυτοί όμως δεν τολμούν, δεν τους βολεύει, δεν έχουν το θάρρος να αποδράσουν από αυτό. Η Ιστορία έχει προχωρήσει, τα δεδομένα έχουν αλλάξει, η ίδια η ζωή είναι αλλού.
Περίτρανα φάνηκε αυτή η κατάσταση εγκλωβισμού του παλιού πολιτικού συστήματος με την έναρξη στη Βουλή της διαδικασίας για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Ήρθαν ήδη χαμένοι. Την προηγούμενη ο Κ. Μητσοτάκης είχε παραδεχθεί σε συνέντευξή του ότι η κυβέρνηση θα πάρει ψήφο εμπιστοσύνης. Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΙΝ.ΑΛΛ., συντονισμένα χτυπώντας με χέρια και πόδια τα έδρανα και αλαλάζοντας, εμπόδιζε τον πρωθυπουργό να μιλήσει. Συντονισμένα και συνεννοημένα. Ήταν το μόνο που θα τους έδινε γενναίο μερίδιο στα τηλεοπτικά δελτία, μια και οι πολιτικές τους θέσεις δεν συγκινούν κανένα. Ήρθαν ήδη χαμένοι. Με την αποτυχία να τους οδηγεί σε ατραπούς αλλοφροσύνης, κανιβαλισμού και βάρβαρης προσβολής του Κοινοβουλίου και της δημοκρατίας. Με την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας, εγκατέλειψαν την αίθουσα διακριτικά.
Μοιραία λοιπόν μας έρχονται στον νου οι «Μοιραίοι» του Βάρναλη: «Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουν ίσως ένα θάμα».
* Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Περιφέρειας Αττικής