Ερχόμενοι λοιπόν σε επαφή με τη νέα διδασκαλία, αντικρίζουν ένα άλλο σύμπαν. Έναν καινούριο κόσμο που τους εμπνέει και θέλουν να πραγματοποιήσουν τη δική τους παρέμβαση στη λατρεία είτε μέσω της επίσημης τελετουργίας της εκκλησίας είτε παράλληλα προς αυτήν. Τα φρικτά γεγονότα της Σταύρωσης του Υιού του Θεού. Του θανάτου Του, της ταφής και της Ανάστασής Του, που δεν θα μπορούσαν παρά να προσφέρουν δυνατό υλικό έμπνευσης ώστε να οργανώσουν «λατρευτικές παραστάσεις» τοπικές ή υπερτοπικές και να συμμετέχουν και μέσω της δικής τους προσωπικής δράσης στην έκφραση λατρείας για το Θείο Δράμα.
Ο καθηγητής Θεατρικών Σπουδών Βάλτερ Πούχνερ μάς δίνει στοιχεία για το λατρευτικό δρώμενο «Ζαφείρης» που συναντάμε στην Ήπειρο. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της παρέμβασης μέσω της επίσημης Εκκλησίας σε ένα έθιμο που θα μπορούσε να είναι παγανιστικό. Τον Μάιο, αφού αγιαστεί στην εκκλησία του χωριού ένα είδωλο, το στολίζουν με λουλούδια και το κηδεύουν με θρήνους και μοιρολόγια. Το είδωλο αυτό ονομάζεται «Ζαφείρης». Μετά το 1930, το είδωλο αντικαταστάθηκε από ένα μικρό παιδί, αγόρι ή κορίτσι, και έτσι το έθιμο μετατράπηκε σε παιχνίδι. Αν πρέπει να κρατήσουμε κάτι ακόμα, αυτό είναι η άσκηση στον θρήνο και το ηπειρώτικο μοιρολόι, καθώς και ο στολισμός με άνθη. Τα άνθη και τα φρούτα που δίνονταν κατά την αρχαιότητα στον νεκρό, για το ταξίδι στον Άδη.
Στην κοινωνία των μετακινούμενων Σαρακατσάνων, ο ενταφιασμός του Χριστού, πέρα από το τελετουργικό εντός των ναών με τον επιτάφιο και την περιφορά του (όποτε τύχαινε να υπάρχει ναός και ιερέας στην περιοχή που βρίσκονταν κατά το Πάσχα), παρασταινόταν απλά, με ένα είδωλο. Ταυτόχρονα, μια γυναίκα τραγουδούσε το μοιρολόι της Παναγίας. Μετά την Μεγάλη Παρασκευή, ο «κούκλος του Άδη», όπως λέγεται το είδωλο, πετάγεται σε ένα απόμακρο φαράγγι.
Στον Πόντο, οι Έλληνες, κάποια Κυριακή ανάμεσα στο Πάσχα και την Πεντηκοστή, ενταφίαζαν ένα πήλινο είδωλο, το θρηνούσαν και μοίραζαν κόλλυβα. Στη συνέχεια η ατμόσφαιρα από θρηνητική γίνονταν χαρούμενη και κατέληγε σε ένα γλέντι, πάνω από τον τάφο του ειδώλου.
Το «κάψιμο του Ιούδα», το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα είναι από τα πιο διαδεδομένα στον ελλαδικό χώρο. Ένα ομοίωμα του Ιούδα από πανιά και χόρτα καίγεται συνήθως στο προαύλιο του ναού.
Σημαντική περίπτωση λαϊκού δρώμενου αποτελεί ο «Λάζαρος» στην Κύπρο. Ο αναστημένος φίλος του Χριστού κατά τη δεύτερη ζωή του υπήρξε επίσκοπος Κιτίου. Ενταφιάσθηκε στη σημερινή Λάρνακα και κατά τον 10ο αιώνα έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του στην Κωνσταντινούπολη. Τα «σιμιλκούδκια», που συμβολίζουν το χρώμα του νεκρού, αποτελούν το «κοστούμι» ενός παιδιού που υποδύεται τον Λάζαρο. Στην Κύπρο, λαβαίνει χώρα ακόμα και σήμερα, σε λίγα δυστυχώς χωριά, η συμβολική αναπαράσταση της έγερσης. Όταν ο ύμνος φτάσει στο σημείο όπου ο Χριστός καλεί τον φίλο του, το παιδί – Λάζαρος σηκώνεται χαρούμενο. Σε κάποια χωριά, ο Λάζαρος συνοδεύεται και από δύο κοπέλες που παριστάνουν τις αδελφές του. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, στον ναό του Λαζάρου στη Λάρνακα, παριστανόταν αυτή η σκηνή. Στο «Λάζαρε, έξελθε» οι διάκονοι τοποθετούσαν ένα σταυρό στο κεφάλι του «Λαζάρου», τον ράντιζαν με αγίασμα και όταν αυτός σηκωνόταν ο επίτροπος του έδινε κρασί και λαζαρόψωμα. Οι γυναίκες τον έραιναν με άνθη και όλοι μαζί φώναζαν: «Λάζαρος Ανέστη»!
Το «Άρατε πύλας» ή «Εις Άδου κάθοδος» του Χριστού είναι από τα πιο παλιά δρώμενα. Σε αυτό ο ιερέας «παριστάνει» τον Ιησού και ο διάκονος τον Σατανά – Άδη. Μετά την περιφορά του επιταφίου την Μεγάλη Παρασκευή, επιστρέφοντας, ο Ιησούς βρίσκει κλειστή την πόρτα του ναού και ψάλλει το «Άρατε πύλας». Ο διάκονος – Σατανάς ερωτά ποιος είναι και ο ιερέας – Ιησούς σπρώχνει την πόρτα και εισέρχεται εντός του ναού, θριαμβευτής ο επιτάφιος.
Η λειτουργία του «Νιπτήρος» αναπαριστά τη νίψη των ποδιών των μαθητών από τον Ιησού πριν από τον Μυστικό Δείπνο. Δρώμενο που τελείται και στις ημέρες μας στα Ιεροσόλυμα με τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων στο μέρος του Χριστού και τους αρχιερείς στους «ρόλους» των μαθητών, αλλά και στη Μονή Αγίου Θεολόγου στην Πάτμο.
Η παραστατική δημιουργία ακολουθεί τη γενιά μας αιώνες τώρα. Η Εκκλησία την καλωσόρισε, την ενσωμάτωσε και την ανέδειξε. Και αυτή η αμοιβαία κατανόηση μας έδωσε σπουδαίο απόθεμα πολιτισμού μέσα από την λατρευτική ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας.