Στα μέρη της Ελλάδας οπου η παραγωγή του λαδιού είναι μεγάλη, τόσο οι συνεταιρισμοί των ελαιοπαραγωγών , οσο και οι απλοί παραγωγοί προσανατολίζονται σε αποθήκευση των ποσοτήτων του λαδιού , μέχρι να δείξει σταθερότητα η συγκεκριμένη αγορά .
Η διαφοροποίηση στον τομέα του λαδιού έγινε μετα την κατάρρευση στις τιμές παραγωγού που εφερε η αύξηση της παραγωγής ελαιόλαδου σε όλη τη Μεσόγειο. Οι Έλληνες παραγωγοί αρνούνται να πουλήσουν το προϊόν τους, στην τιμή των 4 ευρώ το κιλό, όταν έναν χρόνο πριν έφθανε στα 9,5 ευρώ το κιλό.
Οι Έλληνες παραγωγοί μιλούν για συμφέροντα που λειτουργούν με χαρακτηριστικά καρτέλ και προσπαθούν να ελέγξουν τις τιμές μέσω της αύξησης της παραγωγής .
Η σημαντική πίεση στις τιμές παραγωγού, οφείλεται κυρίως στις αγοραπωλησίες στην Ισπανία, που γίνονται σε πολύ χαμηλές τιµές, µε τους παραγωγούς της χώρας µάλιστα να έχουν κάνει καταγγελίες στις αρμόδιες αρχές για έρευνα με αφορμή την «καρτελοποιηση » της αγοράς .
Σαν να μην έφθανε η πρωτοφανής αναταραχή στην Ισπανία , παρουσιάστηκε και ο παράγοντας Τουρκία στην συγκεκριμένη αγορά, αφού η φετινή παραγωγή-ρεκόρ από την γειτονική χωρα , επίσης πιέζει χαμηλότερα τις τιμές.
Η πληθώρα των συνεταιρισμών και των παραγωγών στην Ελλάδα έχουν αποφασίσει να µην προχωρήσουν σε καμία διαπραγμάτευση κάτω από τα 6 €/κιλό και ζητούν κρατική παρέμβαση για να µην καταρρεύσει ολοκληρωτικά η αγορά του λαδιού . Τα κόστη στην αγορά του ελαιόλαδου έχουν ανέβει κατακόρυφα λόγω της τεράστιας αύξησης στα μεροκάματα για την συλλογή της ελιάς, κάτι που επέβαλε η έλλειψη εργατικών χεριών. Σύμφωνα με τους παραγωγούς η συγκεκριμένη δαπάνη της συλλογής του καρπού έχει φθάσει σε περιοχές της Ελλάδας στα 0,60 €/κιλό , ενώ ούτε και οι συμφωνίες για αύξηση των εργατικών χεριών από χωρες της Ασιας (π.χ. Βιετνάμ) απέδωσαν τα αναμενόμενα .
Το προβληματικο είναι, ότι παρα την µείωση της τιμής παραγωγού, στα ράφια του σουπερμάρκετ δεν καταγράφεται μείωση της τιμής για τους καταναλωτές , δεδομένου ότι – όπως αναφέρουν παράγοντες των αλυσίδων τροφίμων- στην αγορά πωλούνται ακόμα τα περσινά αποθέματα, ενώ η φετινή σοδειά αναμένεται να φτάσει στον καταναλωτή από την ερχόμενη άνοιξη .
Σύμφωνα πάντως µε την πρόβλεψη του διεθνούς Συμβουλίου Ελαιόλαδου, µετά τη μεγάλη μείωση στην παγκόσμια παραγωγή λαδιού και επιτραπέζιας ελιάς τη διετία 2023/2024 (2.564.000 τόνους), οι εκτιμήσεις για την περίοδο εμπορίας 2024/2025 αναφέρουν ότι η παραγωγή θα αγγίξει τους 3.375.500 τόνους, αυξημένη κατά +32%, µε την Ισπανία να πρωταγωνιστεί.
Για την τρέχουσα περίοδο εμπορίας, 2024/2025, η Ισπανία εκτιμάται ότι θα αυξήσει τον όγκο της κατά 51% , επίπεδα τα οποία εκ των πραγμάτων θα συμπιέσουν τις τιμές, η Ελλάδα µε 250.000 τόνους θα σημειώσει αύξηση κατά 43%, η Τουρκία θα φτάσει τους 450.000 τόνους, η Πορτογαλία µε 195.000 τόνους θα δει τον ογκο να αυξάνεται κατά 21%, ενώ η Ιταλία µε 224.000 τόνους θα τον δει να µειώνεται κατά 32%.
Από την περσινή χρονιά οι παραγωγοί πωλούν τον τενεκέ απευθείας στον καταναλωτή σε τιμή που κυμαίνεται μεταξύ 7 και 8 ευρώ το κιλό, η οποία είναι σαφώς μεγαλύτερη από την τιμή του ελαιοτριβείου αλλά φθηνότερη από την τιμή του εμφιαλωμένου-τυποποιημένου ελαιόλαδου στα ράφια της λιανικής.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις 2 Δεκεμβρίου η τιμή του εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου στην ελληνική αγορά διαμορφώθηκε στα 541,25 ευρώ ανά 100 κιλά. Αυτή η τιμή αντικατοπτρίζει μια σημαντική διόρθωση, καθώς πριν από λίγες εβδομάδες είχε πέσει κάτω από τα 5 ευρώ ανά κιλό, με τη μέση τιμή στις 18 Νοεμβρίου να κυμαίνεται στα 4,92 ευρώ.
Ωστόσο, οι τιμές λιανικής παραμένουν εξαιρετικά υψηλές, κυμαινόμενες από 8 έως 12 ευρώ ανά λίτρο για το βασικό επώνυμο τυποποιημένο προϊόν, ενώ στις ειδικές ποικιλίες, οι τιμές μπορεί να αγγίξουν τα 14-17 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση το προβληματικο είναι, ότι στα ράφια των σούπερ μάρκετ, οι αυξήσεις των τιμών του χονδρικού εμπορίου διαχέονται πολύ αργά, δημιουργώντας τον ανάλογο προβληματισμό στους καταναλωτές και όχι μόνο .
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι σύντομα οι τιμές του ελαιολάδου θα επανέλθουν στα επίπεδα του 2021, προτού ξεκινήσει η ραγδαία αύξησή τους που οδήγησε σε πρωτοφανή ποσοστά ανόδου τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Η αύξηση αυτή, που αγγίζει σχεδόν εξωπραγματικά ποσοστά για ένα προϊόν μαζικής κατανάλωσης, αποτέλεσε σοβαρή πρόκληση για τα νοικοκυριά και την Ελληνική οικονομία .
Πάντως η υποχώρηση της ακρίβειας στο ελαιόλαδο έχει ήδη αρχίσει να επιδρά θετικά σε άλλες κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών. Κυρίως επηρεάζει σημαντικά τον τομέα των τροφίμων, καθώς η τιμή του ελαιολάδου αποτελεί έναν από τους βασικότερους συντελεστές κόστους στην παραγωγική αλυσίδα.
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Εμπορίου Σωτήρη Αναγνωστόπουλο, το 50% του πληθωρισμού τροφίμων στην Ελλάδα αποδίδεται αποκλειστικά στην άνοδο των τιμών του ελαιόλαδου, με ποσοστό 2,5% από το συνολικό 5,3%. Μένει να φανεί τους επόμενους μήνες αν θα αποκλιμακωθεί .