Η Γερμανίδα ΥΠΕΞ Αναλένα Μπέρμποκ προειδοποίησε ότι η συνεχιζόμενη ισραηλινή στρατιωτική παρουσία στον Λίβανο θα χρησιμοποιηθεί από τη Χεζμπολάχ ως «ένα πρόσθετο πρόσχημα για τις τρομοκρατικές της ενέργειες». Ο πρόεδρος του Λιβανού Τζόζεφ Αούν λέει ότι το Ισραήλ μέχρι στιγμής αρνήθηκε να εκκενώσει σημεία όπου οι δυνάμεις του εξακολουθούν να είναι παρούσες.
Μετάφραση: Ουαλίντ Ελίας
Η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών, σε συνέντευξη Τύπου στη Βηρυτό χθες, επανέλαβε το αίτημα για απόσυρση των Ισραηλινών στρατιωτών που εξακολουθούν να είναι παρόντες στο λιβανέζικο έδαφος.
Η Μπέρμποκ τόνισε ότι η μόνη πιθανή λύση είναι αυτή που «θα σέβεται τόσο τα συμφέροντα ασφαλείας του Ισραήλ όσο και την εδαφική ακεραιότητα του Λιβάνου», επιτρέποντας στους εκτοπισμένους και στις δύο πλευρές των συνόρων να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Μπέρμποκ χαιρέτισε την προθυμία της λιβανικής κυβέρνησης να αναλάβει τον πλήρη έλεγχο των περιοχών που ελέγχονταν προηγουμένως από τη Χεζμπολάχ στο νότιο Λίβανο.
Η Μπέρμποκ ζήτησε επίσης δέσμευση για κατάπαυση του πυρός μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ. Τόνισε ότι αυτό περιλαμβάνει και την απόσυρση των ισραηλινών δυνάμεων από το λιβανικό έδαφος, σε δήλωση μετά τη συνάντησή της με τον Πρόεδρο του Λιβάνου Τζόζεφ Αούν στη Βηρυτό. «Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι αυτή η κατάπαυση του πυρός θα συνεχιστεί», είπε.
Για μήνες, η Χεζμπολάχ συμμετείχε σε μια βίαιη αντιπαράθεση με το Ισραήλ, η οποία έληξε με κατάπαυση του πυρός τον Νοέμβριο 2024, κυρίως υπό την αιγίδα των ΗΠΑ, η Χεζμπολάχ βγήκε από την εκεχειρία αποδυναμωμένη πολιτικά και στρατιωτικά. Περισσότερο από ένα μήνα μετά την κατάπαυση του πυρός, οι πολιτικές δυνάμεις του Λιβάνου εξέλεξαν τον Τζόζεφ Αούν ως πρόεδρο της δημοκρατίας, δίνοντας τέλος σε δύο και πλέον χρόνια πολιτικού κενού.

Η Μπέρμποκ πρόσθεσε από τη Βηρυτό ότι «η σταθερότητα της κατάστασης στον Λίβανο είναι επίσης αποτέλεσμα της αποφασιστικής μείωσης της επιρροής της Χεζμπολάχ», θεωρώντας ότι το κόμμα είχε «σφίξει τη λαβή του σε ολόκληρη τη χώρα, όχι μόνο στο νότο», τονίζοντας τη σημασία της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων.
Αρκετές χώρες κατατάσσουν τη Χεζμπολάχ ή τη στρατιωτική της πτέρυγα ως τρομοκρατική οργάνωση, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Βρετανίας και αρκετών αραβικών χωρών. Η Γερμανία απαγόρευσε επίσης τις δραστηριότητες του κόμματος στην επικράτειά της το 2020 και το χαρακτήρισε τρομοκρατική οργάνωση.
Η Γερμανίδα υπουργός επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση της χώρας της θα συνεχίσει να στέκεται στο πλευρό του Λιβάνου κατά τη μεταβατική περίοδο, «ιδιαίτερα σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς», θεωρώντας ότι υπάρχει «μια ευκαιρία για ένα πιο σταθερό μέλλον» στη χώρα.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Λιβάνου Τζόζεφ Αούν είπε στην Γερμανό υπουργό, σύμφωνα με ανακοίνωση του προεδρικού γραφείου, ότι «το Ισραήλ απέρριψε όλες τις προτάσεις που υπέβαλε ο Λίβανος να εκκενώσει τους πέντε λόφους που συνεχίζει να καταλαμβάνει και να τους αντικαταστήσει με διεθνείς δυνάμεις».
Ο Αούν πρόσθεσε: «Οι διπλωματικές προσπάθειες και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται για να βρεθεί μια ριζική λύση σε αυτό το ζήτημα». Θεώρησε ότι «η συνεχιζόμενη κατοχή εδαφών και λόφων στο νότο από το Ισραήλ εμποδίζει την εφαρμογή του ψηφίσματος 1701 και έρχεται σε αντίθεση με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε τον περασμένο Νοέμβριο».
Αν και η προθεσμία για το Ισραήλ να αποσύρει τις δυνάμεις του από τον νότιο Λίβανο στο πλαίσιο της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός έληξε στις 18 Φεβρουαρίου, διατήρησε παρουσία σε πέντε στρατηγικά σημεία στο νότιο Λίβανο κατά μήκος των συνόρων, επιτρέποντάς του να παρακολουθεί λιβανικές συνοριακές πόλεις και περιοχές πέρα από τα σύνορα στην ισραηλινή πλευρά για να διασφαλίσει ότι «δεν υπάρχει άμεση απειλή».
Περισσότεροι από 92.800 άνθρωποι παραμένουν εκτοπισμένοι στο Λίβανο, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, ιδιαίτερα δεδομένης της εκτεταμένης καταστροφής που έχει προκαλέσει ο πόλεμος σε μεγάλες εκτάσεις του νότιου και ανατολικού Λιβάνου και στα νότια προάστια της Βηρυτού.
Την περασμένη εβδομάδα, η Παγκόσμια Τράπεζα υπολόγισε το κόστος της ανοικοδόμησης και της ανάκαμψης σε περίπου 11 δισεκατομμύρια δολάρια, σε μια χώρα που υποφέρει από μια ασφυκτική οικονομική κρίση και χρόνια οικονομικής παρακμής.
«Η πολιτική σταθερότητα παρέχει επιτέλους την ευκαιρία να αντιμετωπιστούν μακροχρόνιες και επείγουσες μεταρρυθμίσεις» στον Λίβανο, είπε η Μπέρμποκ, προσθέτοντας, «αυτό περιλαμβάνει, πάνω απ’ όλα, την εφαρμογή συμφωνιών που έχουν συναφθεί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο».
Πηγή: Deutsche Welle
www.ertnews.gr