«Η πρωτοβουλία του Χρήστου Τριαντόπουλου να ζητήσει από την Προανακριτική Επιτροπή την παραπομπή του στη Δικαιοσύνη αποτελεί ένα γενναίο βήμα που δεν έχει σύγχρονο προηγούμενο. Ένα βήμα που του επιτρέπει να κριθεί από τακτικούς δικαστές, οι οποίοι απολαμβάνουν των συνταγματικών εγγυήσεων λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας. Και μία ενέργεια που απεγκλωβίζει την αναζήτηση τυχόν ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων από τις τοξικές μικροκομματικές διαμάχες. Αυτές στις οποίες εξακολουθούν να επιδίδονται, δυστυχώς, τα άλλα κόμματα», αναφέρει σε ανάρτησή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός τονίζει: «Παρά τα πραγματικά στοιχεία, σύσσωμη η αντιπολίτευση είχε προεξοφλήσει τόσο τη δήθεν ενοχή του Χρήστου Τριαντόπουλου όσο και την τάχα κυβερνητική «συγκάλυψη». Έτσι όλες οι πτέρυγες της Βουλής τίθενται προ των ευθυνών τους: Θα συμφωνήσουν, άραγε, με την πρωτοβουλία του υπουργού; Ή, μήπως, θα κρυφτούν και πάλι πίσω από τεχνάσματα και υπεκφυγές για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα;
Η σημερινή εξέλιξη, ωστόσο, επιβεβαιώνει και κάτι ακόμη. Όπως έχω προαναγγείλει, πλησιάζει η ώρα για μια δραστική τομή στο άρθρο 86 του Συντάγματος. Ήδη, από το 2006, ως νεοεκλεγείς βουλευτής, μαζί με 7 συναδέλφους, μεταξύ των οποίων και ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τασούλας, είχα προτείνει την αναθεώρηση της συγκεκριμένης διάταξης, ώστε να διακρίνεται το ποινικό στοιχείο της δίωξης των Υπουργών από τις κατά καιρούς πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ενώ το 2019, αναθεωρήσαμε το Σύνταγμα, καταργώντας την ειδική αποσβεστική προθεσμία για τα αδικήματα των μελών της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών».
Ο κ. Μητσοτάκης προσθέτει: «Μάλιστα, αν και είναι αυτονόητο ότι το Σύνταγμα εφαρμόζεται άμεσα, με νομοθετική παρέμβαση στο επόμενο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, καταργείται και ρητά η αντίθετη πρόβλεψη του νόμου περί ευθύνης υπουργών, που έχει καταστεί ανενεργή ήδη από το 2019. Είναι καιρός με τη νέα αναθεώρηση του Συντάγματος να ενισχύσουμε πιο αποφασιστικά την εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς το πολιτικό σύστημα. Διευκολύνοντας την αναζήτηση της αλήθειας και περιορίζοντας ή και εξαλείφοντας την αρμοδιότητα και την εμπλοκή της Βουλής στην ποινική δίωξη υπουργών. Γιατί αποστολή του Κοινοβουλίου δεν είναι, ούτε να αθωώνει πολιτικούς φίλους, ούτε να καταδικάζει πολιτικούς αντιπάλους!
Νωρίτερα ο Χρήστος Τριαντόπουλος έστειλε επιστολή στον πρόεδρο της Προκαταρκτικής Εξέτασης, Παναγή Καππάτο ζητώντας την παραπομπή του απευθείας στο Δικαστικό Συμβούλιο.
Σχολιάζοντας την επιστολή του Χρήστου Τριαντόπουλου προς τον Πρόεδρο της προανακριτικής, κυβερνητικά στελέχη τονίζουν πως «η απόφασή του να καταθέσει αίτημα στην Προανακριτική Επιτροπή προκειμένου να κριθεί απευθείας από τον φυσικό δικαστή, συνάδει με το αίτημα της κοινωνίας αλλά και συγγενών των θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών για απόδοση δικαιοσύνης από την Δικαιοσύνη».
Τα ίδια στελέχη εκτιμούν πως «η κίνηση αυτή του πρώην υφυπουργού, ως ένδειξη πολιτικής γενναιότητας και ευθιξίας, ώστε να μην υπάρξει η παραμικρή σκιά περί δήθεν κοινοβουλευτικής «συγκάλυψης» και να πέσει άπλετο φως από τη δικαιοσύνη, δημιουργεί νέα δεδομένα σε ο,τι αφορά τη διερεύνηση της τραγωδίας».
Όπως λένε, «για πρώτη φορά ένας πρώην υπουργός που ελέγχεται για υπόθεση που αφορά την άσκηση των καθηκόντων του, ζητάει την απευθείας κρίση του από τον φυσικό δικαστή, θεωρώντας ότι το όποιο πόρισμα εκδοθεί από την Προανακριτική Επιτροπή μπορεί να γίνει αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης και αμφισβήτησης, λόγω της κομματικής προέλευσης των μελών της».
Τα κυβερνητικά στελέχη σημειώνουν επίσης ότι «κατά την πρόσφατη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας στη Βουλή ο πρωθυπουργός είχε δηλώσει ότι στο πλαίσιο της Συνταγματικής Αναθεώρησης προτίθεται να εισηγηθεί την αλλαγή του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών, καλώντας τα κόμματα να συμφωνήσουν, όταν μάλιστα στο παρελθόν είχαν διατυπώσει αντίστοιχες θέσεις».
«Το αίτημα του κ. Τριαντόπουλου, ο οποίος όπως αναφέρει στην επιστολή του έχει απόλυτη πίστη στην αθωότητά του αλλά και τυφλή εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη, θα εξετασθεί και θα κριθεί από την Προανακριτική Επιτροπή, που είναι το μοναδικό κυρίαρχο όργανο για τη λήψη της σχετικής απόφασης», επισημαίνουν τα κυβερνητικά στελέχη και προσθέτουν: «Εφόσον εγκριθεί το αίτημα του πρώην υφυπουργού, τότε η υπόθεση θα παραπεμφθεί στο πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, που αποτελείται από ανώτατους δικαστές και οι οποίοι θα ορίσουν έναν Αρεοπαγίτη μέλος του προκειμένου να διενεργήσει το ανακριτικό έργο, ώστε βάσει του πορίσματός του, το Συμβούλιο να καταλήξει σε βούλευμα για παραπομπή ή μη του πρώην υφυπουργού στο Ειδικό Δικαστήριο».
Τα κυβερνητικά στελέχη καλούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης να πάρουν θέση, επισημαίνοντας: «Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που μέχρι τώρα υποστήριζαν ότι η κυβέρνηση αποδέχθηκε τη συγκρότηση της Προανακριτικής επειδή διαθέτει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, υπονοώντας ότι υπάρχει διάθεση «συγκάλυψης», οφείλουν να λάβουν ξεκάθαρη θέση απέναντι στο αίτημα Τριαντόπουλου να απευθυνθεί στον φυσικό δικαστή. Σημειώνουμε ότι ο ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος είχε διατυπώσει μία ανάλογη κατ’ αποτέλεσμα πρόταση και απομένει να δούμε πως θα τοποθετηθεί το ΠΑΣΟΚ, που είχε προτείνει τη σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής.
Μετά την κίνηση του κ. Τριαντόπουλου, να ζητήσει να κριθεί από την Δικαιοσύνη, τα επιχειρήματα περί δήθεν κομματικής «ασπίδας» καταρρέουν, ήρθε η ώρα για την αντιπολίτευση να τοποθετηθεί δημόσια και υπεύθυνα, εφόσον ισχύουν οι ισχυρισμοί της για απόδοση δικαιοσύνης».
ΑΠΕ-ΜΠΕ, Απόστολος Χονδρόπουλος