Σε ένα ξεχωριστό ντιμπέιτ έδωσε το «παρών» ο Κυριάκος Μητσοτάκης το απόγευμα της Πέμπτης, στο αμφιθέατρο Cotsen Hall της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών. Ξεχωριστό όχι ως θεματολογία, αλλά γιατί ο πρωθυπουργός δεν είχε απέναντί του έναν ομόλογό του, έναν πολιτικό αντίπαλο ή έστω έναν δημοσιογράφο, αλλά τον διεθνούς κύρους και αναγνωρισιμότητας διανοούμενο, Πασκάλ Μπρικνέρ.
Η συζήτηση του Κυρ. Μητσοτάκη με τον 75χρονο Γάλλο φιλόσοφο και συγγραφέα που έχει βάλει την υπογραφή του σε έργα όπως «Τα δάκρυα του Λευκού Ανθρώπου» ή το μπεστ σέλερ «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα» περιστράφηκε γύρω από μία σειρά θεμάτων της παγκόσμιας επικαιρότητας όπως είναι οι αμερικανικές εκλογές και η ανάδειξη Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, οι συνεχιζόμενες πολεμικές συγκρούσεις σε Ισραήλ και Ουκρανία, η έξαρση των μεταναστευτικών ροών, αλλά και η… παγκοσμιοποίηση της woke κουλτούρας.
Η τελευταία θεματική αποτελεί ως γνωστόν το πλέον αιχμηρό αγκάθι στο μαλακό υπογάστριο της «γαλάζιας» διακυβέρνησης εξαιτίας της ταραχώδους όπως εξελίχθηκε νομοθέτησης του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, αλλά ο πρόεδρος της Ν.Δ. δεν πρωτοτύπησε σχολιάζοντας το ζήτημα.
Κατά βάσιν, επανέλαβε το αφήγημα περί υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κάθε πολίτη, είναι ωστόσο πασιφανές πως όταν άρχισε να μιλάει για την «τυραννία των μειονοτήτων» οι ακροατές –αυτήκοοι και μη– χαθήκαμε στη… μετάφραση. Κι αυτό διότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστήριξε ότι στην αμερικανικού τύπου woke κουλτούρα συγκεκριμένες ομάδες «επιδιώκουν να προωθήσουν τη διχόνοια, τον θυμό και τη σύγκρουση», ότι αυτό είναι στην ουσία ο ορισμός του ανελευθερισμού «όπου μία μειοψηφία προσπαθεί να επιβληθεί της πλειοψηφίας», για να συμπληρώσει ότι «έχουμε την τυραννία των μειονοτήτων και αν το αμφισβητήσεις σου κολλάνε την ταμπέλα του φασίστα ή του υπερασπιστή της πατριαρχίας».
Προσπερνώντας την κορώνα ότι «όσο είμαι εγώ πρωθυπουργός δεν θα υπάρξει (σ.σ. woke ατζέντα εννοούσε)», αλλά και την καθ΄ έδρας διδασκαλία ότι δεν πρέπει να μπερδεύουμε την προστασία θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την κατεύθυνση αυτού που αποκαλούμε woke κουλτούρα, δεν μπορεί παρά να επισημανθεί ότι στις τοποθετήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη υπάρχει μια α-λα καρτ προσέγγιση σε σχέση με την επονομαζόμενη «κουλτούρα της αφύπνισης», η οποία επιλέγεται ανάλογα με το εκάστοτε ακροατήριο που έχει απέναντί του ο πρωθυπουργός, αλλά και με βάση το πολιτικό μήνυμα που επιβάλλεται από την συγκυρία να εκπεμφθεί.
Ποια… τυραννία ισχύει;
Όσοι δεν έχουν μνήμη χρυσόψαρου θα θυμούνται ότι μερικούς μήνες νωρίτερα, στις 14 του περασμένου Μαρτίου, και από το βήμα του συνέδριου «The Upfront Initiative» (σ.σ. οι εργασίες του πραγματεύονταν τη συμπερίληψη, την ισότητα, την ορατότητα και την ποικιλομορφία στους εργασιακούς χώρους), διερωτήθηκε ρητορικά αν η πολιτεία πρέπει να νομοθετεί για τους λίγους ή για τους πολλούς για να δώσει ο ίδιος της εξής απάντηση: «Η πολιτεία πρέπει να νομοθετεί για όλους. Ο κίνδυνος είναι η τυραννία της πλειοψηφίας. Γι’ αυτό και τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπαίνουν σε δημοψηφισματικές πολιτικές».
Προφανώς είναι η καταλληλότερη στιγμή να εξηγήσει ο πρόεδρος της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας ποια από τις δύο «τυραννίες» ισχύει τελικά της μειοψηφίας ή της πλειοψηφίας; Διότι αν δεν μας γελάει η μνήμη μας –που δεν μας γελάει, βεβαίως– η κοινωνική πλειοψηφία είχε εκδηλώσει στις δημοσκοπήσεις την αντίθεσή της στη νομοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, το ίδιο είχαν κάνει και οι μισοί συμπολιτευόμενοι βουλευτές, αλλά τελικά πέρασε η άποψη –ή μήπως η τυραννία;– της μειοψηφίας.
Καλό θα ήταν, επίσης, να πει ο πρωθυπουργός καθαρά την άποψή του για το γεγονός ότι σε πολυάριθμα στελέχη του κόμματός του, μεταξύ των οποίων και πρώην πρωθυπουργοί και πρώην πρόεδροι της παράταξης, επικολλήθηκε η ταμπέλα του φασίστα ή του υπερασπιστή της πατριαρχίας, πρακτική που σύμφωνα με τις προχθεσινές δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη εφαρμόζεται από την τυραννία των μειονοτήτων.
Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας: πίσω από τη συνομιλία του με τον συνήθως ανατρεπτικό Πασκάλ Μπρικνέρ ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέγνωσε την ευκαιρία να απευθυνθεί σε ένα ακροατήριο που λόγω της… τυραννίας του δικαιωματισμού «μαύρισε» τη Νέα Δημοκρατία στις περασμένες ευρωεκλογές και τώρα αυγατίζει τις δημοσκοπικές κάλπες των ακραίων κομμάτων στα δεξιά της (κεντρο)δεξιάς.