Ραγδαία αύξηση των καταγγελιών κατά 110% για βία σε μια τριετία και κατά 315% για σεξουαλική παρενόχληση σε ένα έτος, στους χώρους εργασίας, καταγράφει η έκθεση της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας.
Σύμφωνα με την έκθεση, ετήσια αύξηση της τάξης του 39% σημείωσαν οι καταγγελίες περιστατικών βίας και παρενόχλησης στην εργασίας κατά το περασμένο έτος.
Σε βάθος τριετίας (2022-24), αυξήθηκαν κατά 110% (από 151 σε 318).
Παράλληλα, υπήρξε υπερτριπλασιασμός των υποθέσεων σεξουαλικής παρενόχλησης, καθώς από 12 το 2023 έφτασαν τις 38 το 2024.
Η συντριπτική πλειονότητα (88%) των καταγγελιών, αφορά σε περιστατικά βίας (λεκτικής, σωματικής) και παρενόχλησης (ηθικής, ψυχολογικής), ενώ το 12% σε σεξουαλική παρενόχληση.
Μάλιστα, οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν τη διαχρονική τάση υποδήλωσης αυτών, εξαιτίας της ιδιαιτερότητας και της δυσκολίας ως προς την απόδειξή τους.
Όσον αφορά στο φύλο των θιγομένων εργαζόμενων, επί του συνόλου των καταγγελιών για το 2024, το 66% ήταν γυναίκες και το 34% άντρες.
Αντεστραμμένα συνεχίζουν να εμφανίζονται τα ποσοστά αναφορικά με το φύλο του καταγγελλομένου προσώπου, όπου την πρώτη θέση κατέχουν οι άντρες, σε ποσοστό 70%.
Το αυξημένο σε ετήσια βάση ποσοστό, εμφάνισης των αντρών ως τα πρόσωπα που προκαλούν παρενοχλητικές συμπεριφορές, υποδηλώνει ότι, σε ορισμένους χώρους εργασίας, συνεχίζουν να αποτελούν εργασιακή πραγματικότητα παραδοσιακές νοοτροπίες περί υπεροχής του αντρικού φύλου.
Ως προς την ιδιότητα δε του καταγγελλομένου διαπιστώνεται ότι σε 162 περιπτώσεις, ήτοι σε ποσοστό 40%, εντός του έτους 2024 το θέμα σχετίζεται με βία και παρενόχληση προκληθείσα από τον ίδιο τον εργοδότη/νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης και στις 239 (ποσοστό 60%), καταγγελλόμενος είναι άλλος εργαζόμενος (προϊστάμενος, υπεύθυνος βάρδιας) ή άλλο πρόσωπο.
Σύμφωνα με την έκθεση, κοινωνικά στερεότυπα, έλλειψη υποστήριξης, άγνοια ή υποτίμηση του προβλήματος και φόβοι αντιποίνων είναι λόγοι για τους οποίους οι άντρες συνήθως δεν αναφέρουν την όποια παρενόχληση δέχονται.
Και το 2024 την πρώτη θέση στις καταγγελίες για εν γένει περιστατικά βίας και παρενόχλησης στην εργασία κατείχαν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους κλάδους του χονδρικού και λιανικού εμπορίου, σε ποσοστό 28%.
Ακολούθησαν με 26% αυτές των ξενοδοχείων και της εστίασης, οι οποίες καλύπτουν σε μεγάλο βαθμό το φάσμα των υπηρεσιών που παρέχονται στον τουρισμό.
Έπονται με πολύ μικρότερα ποσοστά οι κλάδοι υγείας, βιομηχανίας τροφίμων, υπηρεσιών φύλαξης, καθαρισμού και άλλοι.
Σε σύνολο 318 καταγγελιών το 2024:
99 επιλύθηκαν με λήψη των πρόσφορων και ανάλογων μέτρων, κατόπιν των σχετικών συστάσεων συμμόρφωσης στις επιχειρήσεις και σχετική παρακολούθηση ως προς την εφαρμογή αυτών (ποσοστό 31%).
21 ματαιώθηκαν είτε λόγω μη παράστασης κατά την ορισθείσα συζήτηση των καταγγελλόντων προσώπων, είτε λόγω γραπτής σχετικής ανακλητικής δήλωσης των τελευταίων, ιδίως όταν επήλθε μεταξύ των μερών επίλυση ενόψει και της προγραμματισμένης συζήτησης ενώπιον των υπηρεσιών, είτε διότι κατά τη συζήτηση δεν αναλύθηκαν περαιτέρω συγκεκριμένα περιστατικά βίας και παρενόχλησης, ώστε να μπορούν να υπαχθούν στην ειδική διαδικασία του άρθρου 18 του Ν. 4808/2021.
Σε 124 υποθέσεις (39%) έχει καταγραφεί από τον διεξάγοντα τη διαδικασία Επιθεωρητή Εργασιακών Σχέσεων αιτιολογημένη γνώμη σύστασης προσφυγής στα αρμόδια δικαστήρια. Αφενός εξαιτίας αντικρουόμενων ισχυρισμών επί αμφισβητούμενων πραγματικών και νομικών ζητημάτων, που χρήζουν δικαστικής εκτιμήσεως, αφετέρου επειδή δεν κατέστη εφικτό να αξιοποιηθεί ο δικονομικός κανόνας της αντιστροφής του βάρους απόδειξης, καθότι τα ελλιπή στοιχεία περί των καταγγελλομένων δεν ήταν ικανά να θεμελιώσουν την απαιτούμενη αρχή απόδειξης και έτσι ήταν αναπόφευκτη η σύσταση προσφυγής στα αρμόδια να κρίνουν δικαστήρια. Η δικαστηριακή πρακτική έχει αποδείξει ότι η αιτιολογημένη γνώμη του διεξάγοντος τη διαδικασία Επιθεωρητή Εργασίας, που προκύπτει από την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης και τον πληρέστατο σχετικό φάκελο που συνοδεύει αυτήν, αποτελεί βασική πυξίδα και ακρογωνιαίο λίθο και για το διατακτικό της απόφασης του φυσικού δικαστή.
Σε 31 υποθέσεις επιβλήθηκαν, με βάση το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο, κυρώσεις συνολικού ποσού 57.600 ευρώ.
Ακόμα 43 υποθέσεις, εκ των τελευταίων ημερολογιακά, βρίσκονται σε εξέλιξη.
Δημήτρης Κωστάκος