Την αθώωση του Πέτρου Φιλιππίδη και για τη δεύτερη καταγγελία για απόπειρα βιασμού σε βάρος συναδέλφου του, λόγω πλείστων αμφιβολιών, εισηγήθηκε ο εισαγγελέας του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας, Ανδρέας Καραφλός.
Ο εισαγγελέας ακολούθησε στην αγόρευσή του την ίδια μεθοδολογία με την πρώτη καταγγελία, για την οποία επίσης έχει εισηγηθεί την αθώωση του κατηγορούμενου, απαριθμώντας 26 σημεία που δεν τον πείθουν για την αξιοπιστία όσων κατήγγειλε η κοπέλα για την απόπειρα βιασμού της.
Στη διάρκεια της αγόρευσής του, ο Ανδρέας Καραφλός χαρακτήρισε τον βιασμό «αθέατο έγκλημα», προσθέτοντας πως η δικογραφία δεν έχει πανηγυρικό αποδεικτικό στοιχείο, όπως η ιατροδικαστική έκθεση και η άμεση καταγγελία στις αρχές.
Απευθυνόμενος προς τους δικαστές και τους ενόρκους, που σε λίγες μέρες θα εκδώσουν την ετυμηγορία τους, επισήμανε ότι «όλη η υπόθεση είναι δύο καταθέσεις. Αν δεχτείτε αυτές ως αξιόπιστες, χωρίς ίχνος αμφιβολίας, δικάστε τον». Και ξεκινώντας να απαριθμεί τα είκοσι έξι σημεία στα οποία εδράζονται οι πλείστες αμφιβολίες, είπε πως «γεγονότα, κενά, αποδεικτικές εκτιμήσεις και εδώ δημιουργούν πλείστες αμφιβολίες για τη συγκεκριμένη πράξη».
Περιγράφοντας και ζυγίζοντας την κατάθεση της καταγγέλλουσας, πρόσθεσε: «Εφόσον υπάρχουν αμφιβολίες για το αυτοκίνητο όπου φέρεται να συνέβη το περιστατικό, πρέπει να κρίνετε την αξιοπιστία της γυναίκας. Δεν δικάζονται έτσι τα κακουργήματα. Και να έχει κάνει τη δουλειά, δεν προφυλακίζουμε έτσι με μία κατάθεση. Τι είμαστε, κρεοπώληδες; Αλλοπρόσαλλος είμαι εγώ ή αλλοπρόσαλλη είναι η υπόθεση; Άμα δεν ξέρουμε σε ποιο αυτοκίνητο έγινε η πράξη, δεν μπορούμε να ξέρουμε αν έγιναν όσα λέει η καταγγέλλουσα. Με απόλυτο σεβασμό σας τα λέω αυτά…».
Κατά τον εισαγγελέα, δεν ενεργούν έτσι οι βιαστές και, επιπλέον, σε μία αποστροφή της αγόρευσής του είπε ότι «είναι για γέλια η κατάσταση».
Στη συνέχεια, επικαλέστηκε απόφαση του Δικαστηρίου της Κροατίας, που αντιμετώπισε τα ίδια πραγματικά περιστατικά με τον κατηγορούμενο, είχε περίπου το ίδιο νομικό πλαίσιο και τελικά έκρινε ότι επρόκειτο για προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας.
«Εδώ στην Ελλάδα τα έχουμε κάνει όλα βιασμό… Αν κολλήσει κάτι γυμνό στο σώμα, αμέσως βιασμός. Εσείς σαν λαός πώς το βλέπετε;», είπε απευθυνόμενος προς τους ενόρκους της σύνθεσης του δικαστηρίου.
Και αμέσως μετά πρόσθεσε: «Χωρίς ιατροδικαστική έκθεση, πού πάμε; Πώς δικάζουμε; Για ποιο λόγο να καταδικάσουμε; Επειδή το θέλουν τα κανάλια; Εγώ πάω με τη δικογραφία», είπε ο εισαγγελέας.
Η καταγγέλλουσα δεν θυμάται πόση ώρα διήρκησε το συμβάν. Λέει από δύο έως δέκα λεπτά. «Έχετε δει βιασμό δίλεπτο;»
«Έχω ενδείξεις, με αυτά που λέει η καταγγέλλουσα, ότι υπήρχε αυνανισμός με την ιδέα του παγιδευμένου θύματος… Αυτή είναι η εικόνα που έχω για τον κατηγορούμενο με βάση όσα λέει η καταγγέλλουσα. Δεν έχω εικόνα βιαστή. Έχω εικόνα αυνανιστή. Χωρίς διάθεση να προσβάλω κανέναν».
Στη συνέχεια έθεσε ερωτήματα, όπως: «Γιατί δεν έβγαλε φωτογραφία του αυτοκινήτου του κατηγορούμενου; Γιατί δεν πήγε στην αστυνομία να το καταγγείλει; Επειδή ο δράστης είναι διάσημος δεν θα πάω να το καταγγείλω; Η αστυνομία είναι για όλους τους πολίτες. Αλλά θα πρέπει να την καλέσουμε, να πάμε εκεί, όχι να την ονειρευτούμε. Μη λέμε για την αστυνομία… Γιατί δεν μίλησε στους συγγενείς και στην οικογένειά της; Γιατί έπαιξε παράσταση το ίδιο βράδυ; Δεν είχε ψυχικό τραύμα; Δεν είχε πόνους στο σβέρκο;».
«Δεν παίρνω θέση για το τι έγινε, αλλά και οι δύο καταγγέλλουσες κάτι μας κρύβουν. Και οι δύο», είπε ο εισαγγελέας. «Μόνο ο ίδιος ο κατηγορούμενος και το θύμα ξέρουν τι έγινε».
Κατά τον εισαγγελέα, αν είχε γίνει η καταγγελία άμεσα, θα μπορούσε να είχε συλληφθεί ο κατηγορούμενος και να είχαν πραγματοποιηθεί μια σειρά από ενέργειες, όπως: λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων, γενετικού υλικού, ιατροδικαστική εξέταση για ανεύρεση ιχνών βίας, άρση απορρήτου επικοινωνίας, κατάθεση του καταγγελλόμενου, αυτοψία στον τόπο του εγκλήματος.
Αξιολογώντας τα στοιχεία, διατύπωσε την άποψη ότι, ακόμη και αν ληφθούν ως αληθή όσα λέει η κοπέλα, δεν προκύπτει με βεβαιότητα ότι η σωματική βία που της ασκήθηκε ήταν ακαταμάχητη. Υπό αυτό το πρίσμα, ο εισαγγελέας θεωρεί ότι «οι καταγγελίες είναι φτιαγμένες προς το κακούργημα. Το τι έγινε πραγματικά, ούτε η καταγγέλλουσα σας το έχει πει ούτε ο κατηγορούμενος. Η λογική θα σας το πει. Βάλτε κάτω τα χρονόμετρα και θα το δείτε…».
Όλα τα ανωτέρω δημιουργούν, κατά τον εισαγγελέα, «πλέον των πλείστων αμφιβολιών για το αν τελέστηκε η πράξη. Υπάρχει πιθανότητα να έχουν τελεστεί πλημμελήματα, τα οποία, πολύ πριν την καταγγελία στο ΣΕΗ, έχουν υποπέσει σε παραγραφή».
Έκλεισε την αγόρευσή του με ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γάλλου συγγραφέα και φιλοσόφου Πασκάλ Μπρυκνέρ με τον τίτλο Ένας τέλειος Ένοχος:
«Σας καλώ να απονείμετε δίκαιο, αντικειμενικά, με παρρησία και με επιείκεια — χωρίς επιρροές».
Μίνα Μουστάκα