Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Υπήρξε αξεπέραστος εκτελεστής των γηπέδων μας και με τα φοβερά γκόλ που έβαζε
προξενώντας φόβο και τρόμο στους Έλληνες τερματοφύλακες, αναδείχτηκε δικαίως
από τους αθλητικογράφους μας, ως ένας από τους μεγαλύτερους κανονιέρηδες του
ελληνικού ποδοσφαίρου. Τα ποδοσφαιρικά κατορθώματα του Γιώργου Σιδέρη
υπήρξαν θρυλικά και μοναδικά και το ψευδώνυμο του «Φόντακας» προξενούσε
ηθική μέθη τόσο στους οπαδούς του Ολυμπιακού όσο και ευρύτερα στους Έλληνες
φιλάθλους, που τον περιέβαλλαν απλόχερα με την αγάπη τους και την ηθική
ζεστασιά τους. Ο Γιώργος Σιδέρης, το φοβερό φτωχόπαιδο από του Ρέντη, που
κατόρθωσε με τις έξοχές ποδοσφαιρικές του αρετές, την επίμοχθη προσπάθεια του
και τη φυσική ρώμη του, να καταστεί ένας από τους πιο σπουδαίος έλληνες
ποδοσφαιριστές. Αλλά και με το ακένωτο ηθικό του κουράγιο του και τις κανονιές
του, να αναγορευτεί σε δεύτερο σκόρερ της Ευρώπης το 1969 με 35 γκολ και να
λάβει το αργυρό παπούτσι, χάνοντας τελικά το χρυσό παπούτσι με διαφορά ενός
γκολ από τον Πέταρ Ζέκοφ της ΤΣΣΚΑ Σόφιας, ο οποίος είχε πετύχει 36 τέρματα !

Να αποτελέσει επίσης τον πρώτο Έλληνα ποδοσφαιριστή που πραγματοποίησε
μεταγραφή στο εξωτερικό και ειδικότερα στην Αντβέρπ του Βελγίου, να καταστεί
ακόμα πρώτος σκόρερ του Κυπέλλου Ελλάδος με 73 γκόλ, 4ος σκόρερ στην ιστορία
του ελληνικού πρωταθλήματος της Α΄ Εθνικής με 224 γκόλ, κάτω από τους Θωμά
Μαύρο, Χριστόφ Βαζέχα και Μίμη Παπαϊωάννου, πρώτος σκόρερ στην ιστορία του
Ολυμπιακού με 224 γκόλ, επίσης τρεις φορές πρώτος σκόρερ του ελληνικού
πρωταθλήματος το 1965, το 1967, και το 1969 και τέλος 2 φορές δεύτερος σκόρερ
στο ελληνικό πρωτάθλημα το 1962 και το 1964.

Ο ανεπανάληπτος Γιώργος Σιδέρης, ο λατρεμένος «Φόντακας» των ελλήνων
φιλάθλων, παρότι είχε για δύο χρόνια ξεκινήσει προπονήσεις με τον αιώνιο
αντίπαλο του Ολυμπιακού Παναθηναϊκό, τελικά απεκτήθη απο τον Ολυμπιακό, που
αποτέλεσε και το ορμητήριο της μακράς επιτυχημένης και λαμπρής ποδοσφαιρικής
του σταδιοδρομίας. Στον Ολυμπιακό ο Σιδέρης κατέκτησε 2 πρωταθλήματα το 1966
και το 1967, την εποχή που στην τεχνική ηγεσία των Ερυθρολεύκων ήταν ο
σπουδαίος προπονητής Μάρτον Μπούκοβι, 5 Κύπελλα Ελλάδος το 1960, το 1961,
το 1963, το 1965 και το 1968 αλλά και το Βαλκανικό Κύπελλο το 1963.
Στη μακρά, εύκρατη και πολυεδρική σταδιοδρομία του ο Γιώργος Σιδέρης πέτυχε
κατορθώματα ποδοσφαιρικά, που δικαίως τον συγκαταλέγουν στους καλύτερους
έλληνες ποδοσφαιριστές του 20-ου αιώνα και τον αναγορεύουν στη σφαίρα των
ποδοσφαιρικών μας θρύλων, μαζί με το Μίμη Δομάζο, τον Κώστα Νεστορίδη, το
Θωμά Μαύρο, το Γιώργο Δεληκάρη, τον Γιώργο Κούδα, το Βασίλη Χατζηπαναγή, τον
Αντώνη Αντωνιάδη, τον Τάκη Οικονομόπουλο, και πολλούς άλλους.
Μάλιστα το
1969 σε δημοψήφισμα που έλαβε χώρα για το καλύτερο παίκτη της Ευρώπης ο
Γιώργος Σιδέρης είχε καταταγεί 14ος, με την πρωτιά να την καταλαμβάνει ο
περίφημος ιταλός Τζιάνι Ριβέρα της Μίλαν και σε ψηφοφορία μεταξύ των ελλήνων
φιλάθλων που διεξήχθη το 2010 για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού Σκαϊ, ο
Σιδέρης συγκαταλέχθη στην καλύτερη εντεκάδα της δεκαετίας του ΄60, κάτι που
αδιαμφισβήτητα διερμηνεύει τα καθολικά αισθήματα όλων των ελλήνων φιλάθλων.
Ενδεικτικά ήταν και τα λόγια του κορυφαίου επίσης επιθετικού μας Κώστα
Νεστορίδη, του περίφημου «Νέστορα» της ΑΕΚ, που σε μια έκφραση μάλιστα
ηθικής γενναιοδωρίας, είχε πει «Ο Σιδέρης ήταν ο καλύτερος όλων μας», αλλά και
οι κριτικές αποτιμήσεις επίσης του εξαιρετικού παίκτη του Παναθηναϊκού και
γιατρού συνάμα, Φραγκίσκου Σούρπη, που αποτελούσε τη σκιά του στα ντέρμπι
των αιωνίων αντιπάλων, ο οποίος είχε πει ανενδοίαστα ότι «Ο Σιδέρης υπήρξε κάτι
έξοχο κάτι μοναδικό και στην κυριολεξία ήταν ο φόβος και τρόμος των αμυντικών
και των τερματοφυλάκων στο ελληνικό πρωτάθλημα» !
